Η Κλεοπάτρα Ζ’ Φιλοπάτωρ γεννήθηκε το 69 π.Χ. στην Αλεξάνδρεια και ήταν κόρη του βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίου ΙΒ’ του Αυλητή (117 – 51 π.Χ.). Μετά τον θάνατο του πατέρα της συμβασίλευσε αρχικά με τον δεκάχρονο αδελφό της Πτολεμαίο ΙΓ’ (51 – 47 π.Χ.), τον οποίο παντρεύτηκε για να τηρήσει το αιγυπτιακό έθιμο, και στη συνέχεια με τον έτερο αδελφό της Πτολεμαίο ΙΔ’ (47 – 44 π.Χ.).
Η ξακουστή βασίλισσα ήταν το μοναδικό μέλος της δυναστείας των Πτολεμαίων που μιλούσε αιγυπτιακά (οι Πτολεμαίοι μιλούσαν μόνο ελληνικά) και παρουσίαζε τον εαυτό της ως ενσάρκωση της θεάς Ίσιδας. Πανέξυπνη και ικανή πολιτικός, κατόρθωσε να φέρει την ευημερία και την ειρήνη στην αχανή επικράτειά της, που βρισκόταν σε δεινή θέση από τις συνεχείς εμφύλιες διαμάχες.
Για να πραγματοποιήσει τις φιλοδοξίες της φρόντισε να διατηρήσει προνομιακές σχέσεις με τη Ρώμη, μέσα από τις συμμαχίες και τους έρωτές της με κορυφαία πρόσωπα της εποχής εκείνης. Έτσι, όταν ο Ιούλιος Καίσαρας έφθασε στην Αίγυπτο τον Οκτώβριο του 48 π.Χ, καταδιώκοντας τον Πομπήιο, η Κλεοπάτρα βάλθηκε να τον σαγηνεύσει. Δεν ήταν και δύσκολο, καθώς ο σπουδαίος στρατηλάτης πήρε το μέρος της στην εσωτερική εμφύλια διαμάχη και αποκατέστησε την τάξη στο ταραγμένο βασίλειο της Αιγύπτου. Μαζί του η Κλεοπάτρα απέκτησε ένα γιο, τον Πτολεμαίο ΙΕ’ Καισαρίωνα (47 π.Χ.), ο οποίος συμβασίλευσε μαζί της από το 44 έως το 30 π.Χ.
Η Κλεοπάτρα ακολούθησε τον Ιούλιο Καίσαρα στη Ρώμη, αλλά μετά τη δολοφονία του το 44 π.Χ. επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια. Το 41 π.Χ. ο Μάρκος Αντώνιος, που διεκδικούσε τον θρόνο της Ρώμης από τον Οκταβιανό (τον μετέπειτα Αύγουστο), συνήψε πολιτική συμμαχία με την Κλεοπάτρα και γρήγορα έγιναν εραστές. Τον έρωτά τους απαθανάτισε ο Σαίξπηρ στο αριστούργημά του «Αντώνιος και Κλεοπάτρα». Μαζί απέκτησαν τρία παιδιά: την Κλεοπάτρα Σελήνη (40 π.Χ. – 6 μ.Χ.), τον Αλέξανδρο Ήλιο (40 π.Χ. – 29 ή 25 π.Χ.) και τον Πτολεμαίο Φιλάδελφο (36 – 29 π.Χ.).
Το 31 π.Χ. ο Μάρκος Αντώνιος και η Κλεοπάτρα ένωσαν τις δυνάμεις τους εναντίον του Οκταβιανού, αλλά στην καθοριστική ναυμαχία του Ακτίου (2 Σεπτεμβρίου) ηττήθηκαν και κατέφυγαν στην Αίγυπτο. Ο Οκταβιανός τους καταδίωξε και τον επόμενο χρόνο κατέλαβε την Αλεξάνδρεια. Ο Μάρκος Αντώνιος, εγκαταλειμμένος από τον στρατό του, αυτοκτόνησε.
Η Κλεοπάτρα προσπάθησε να ξελογιάσει και τον Οκταβιανό. Δεν τα κατάφερε όμως και αυτοκτόνησε στις 12 Αυγούστου 30 π.Χ, για να μην κοσμήσει με την παρουσία της τον ρωμαϊκό θρίαμβο του εχθρού της. Όπως αναφέρει η παράδοση, διάλεξε ένα αρκετά πρωτότυπο τρόπο για να αυτοκτονήσει. Αφού ξάπλωσε στο μεγαλοπρεπέστατο κρεβάτι της, τοποθέτησε στο γυμνό στήθος της ένα φίδι (ασπίδα) και από τα φαρμακερά δήγματά του βρήκε σκληρό θάνατο. Η εκδοχή αυτή αμφισβητείται από σύγχρονους ιστορικούς και ειδικούς.
Με τη φιλοδοξία της, σε συνδυασμό με τη γοητεία της, η Κλεοπάτρα επηρέασε τη ρωμαϊκή πολιτική σε μία αποφασιστική περίοδο και κατέληξε να αντιπροσωπεύει, όσο καμία άλλη γυναίκα στην αρχαιότητα, το πρότυπο της ερωτικής και μοιραίας γυναίκας. Ο καλύτερος επικήδειος γι’ αυτήν γράφτηκε από τον Ρωμαίο ιστορικό Δίωνα Κάσσιο: «Η Κλεοπάτρα αιχμαλώτισε τους δύο μεγαλύτερους Ρωμαίους της εποχής της και εξαιτίας του τρίτου κατέστρεψε τον εαυτό της».
Η ζωή της Κλεοπάτρας ενέπνευσε πολλούς νεώτερους ζωγράφους (Λορέν, Τιέπολο, Νατουάρ, Καμπιάσο κ.ά) και συγγραφείς. Τα δύο κορυφαία θεατρικά έργα θεωρούνται τα «Αντώνιος και Κλεοπάτρα» του Σαίξπηρ (1606) και «Καίσαρ και Κλεοπάτρα» του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο (1898).
Το 1963, ο Αμερικανός σκηνοθέτης Τζόζεφ Μάνκιεβιτς μετέφερε στη μεγάλη οθόνη την ιστορία της Κλεοπάτρας, βασισμένος στις αρχαίες ιστορικές πηγές (Πλούταρχος, Σουητώνιος, Αππιανός), με πρωταγωνιστές το εκρηκτικό δίδυμο των Ρίτσαρντ Μπάρτον και Ελίζαμπεθ Τέιλορ.