Σε ηλικία 83 ετών έφυγε από την ζωή ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος.
Τους τελευταίους μήνες αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα υγείας και εσχάτως νόσησε και από κορωνοϊό κάτι που φαίνεται να επιδείνωσε σημαντικά την κατάστασή του. Αυτή μάλιστα ήταν η δεύτερη νόσηση από κορωνοϊό καθώς για πρώτη φορά είχε βρεθεί θετικός και τον Ιανουάριο του 2022. Τον Δεκέμβριο του 2021 είχε επίσης εισαχθεί στο νοσοκομείο με πνευμονία.
Ο τέως βασιλιάς της χώρας έχει συνδέσει την πορεία και το όνομά του με κάποιες από τις σημαντικότερες στιγμές της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας.
Τα πρώτα χρόνια
Ο Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ γεννήθηκε στην Αθήνα στο Παλαιό Ψυχικό στις 2 Ιουνίου 1940 και ήταν ο μοναχογιός του βασιλιά Παύλου Α’ και της βασίλισσας Φρειδερίκης. Τον Απρίλιο του 1941, με την αρχή της Γερμανικής Κατοχής, ο Κωνσταντίνος και η οικογένειά του έφυγαν από την Αθήνα για την Κρήτη και από εκεί για την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και το Λονδίνο για να επανέλθουν 5 χρόνια αργότερα.
Ο Κωνσταντίνος πήγε σχολείο στο Εθνικό Εκπαιδευτήριο Αναβρύτων από το οποίο αποφοίτησε το 1958. Το 1960 εκπροσώπησε την χώρα μας στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης και κατέκτησε μαζί με το πλήρωμά του το χρυσό μετάλλιο στα σκάφη τύπου «Dragon».
Η γνωριμία του με την σύζυγο του Άννα Μαρία
Ο Κωνσταντίνος και η σύζυγός του, Άννα Μαρία, πριγκίπισσα της Δανίας, γνωρίστηκαν το 1957 όταν ήταν 17 και 11 ετών αντίστοιχα. Ο γάμος τους τελέστηκε στην Μητρόπολη Αθηνών στις 18 Σεπτεμβρίου του 1964 με τον τέως βασιλιά σε ηλικία 24 ετών και την σύζυγό του να έχει μόλις συμπληρώσει το 18 έτος της ηλικίας της. Μαζί μέσα από 58 χρόνια γάμου απέκτησαν πέντε παιδιά: την Αλεξία, τον Παύλο, τον Νικόλαο την τη Θεοδώρα και τον Φίλιππο.
Το αποτύπωμα του Κωνσταντίνου στην πολιτική ζωή της χώρας
Με τον Κωνσταντίνο να κατέχει τον τίτλο του βασιλιά της Ελλάδας από το 1964 δεν είναι λίγες οι φορές που έχει διαδραματίσει τον δικό του αρνητικό ή θετικό, πολιτικό πάντως ρόλο στην πορεία της χώρας μας.
Την ίδια χρονιά με την διαδοχή στον θρόνο η Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου κερδίζει τις εκλογές (τον Φεβρουάριο του 1964) με ποσοστό μεγαλύτερο του 52% και μία άνετη πλειοψηφία 171 εδρών στο Κοινοβούλιο.
Ο σχηματισμός Κυβέρνησης από τον Γεώργιο Παπανδρέου θα δώσει μία ομάδα χωρίς ιδιαίτερη ιδεολογική συνοχή κάτι το οποίο θα φανεί από την αρχή καθώς για την ανάδειξη Προέδρου της Βουλής χρειάστηκαν δύο ψηφοφορίες. Μετά από μία σειρά πολιτικών τριγμών στο εσωτερικό της αλλά και εξωτερικών αντιπαραθέσεων με την Δεξιά ο Γεώργιος Παπανδρέου θα οδηγηθεί σε υποβολή παραίτησης την οποία κάνει αποδεκτή ο Κωνσταντίνος.
Ο Γεώργιος Παπανδρέου εξαναγκάστηκε σε παραίτηση από τον νεαρό βασιλιά Κωνσταντίνο, καθώς θέλησε να αναλάβει ο ίδιος το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, αντί για τον εκλεκτό του Παλατιού. Η ρήξη Παπανδρέου με το παλάτι είναι μεγάλη καθώς ο Κωνσταντίνος αμέσως μετά την παραίτηση Παπανδρέου ορκίζει νέα Κυβέρνηση με μέλη της Ένωσης Κέντρου που έμειναν στην ιστορία ως «Αποστάτες». Η περίοδος έντονων πολιτικών κλυδωνισμών που ακολουθεί θα οδηγήσει τελικά στο πραξικόπημα της 21 Απριλίου του 1967 και την χούντα των Συνταγματαρχών.
Το αποτυχημένο αντιπραξικόπημα του Κωνσταντίνου
Τον Δεκέμβριο του 1967 ο Κωνσταντίνος θα φύγει από το Τατόι έχοντας καταστρώσει ένα σχέδιο ανατροπής της χούντας και επαναφοράς της Δημοκρατίας στην χώρα. Το σχέδιο είναι ελλιπές, φέρνει τον Κωνσταντίνο με ελάχιστα στελέχη του στρατού και ουσιαστική ενίσχυση μόνο από το ναυτικό και την πολεμική αεροπορία στην Καβάλα και καταλήγει σε σύλληψη της ομάδας από τα στελέχη της Χούντας.
Ο Κωνσταντίνος θα διαφύγει αεροπορικώς στην Ρώμη. Μετά την φυγή του Κωνσταντίνου και της βασιλικής οικογένειας εκτός χώρας, Πρωθυπουργός θα οριστεί ο Παπαδόπουλος που με την σειρά του θα ορίσει αντιβασιλέα τον Στρατηγό Γεώργιο Ζωιτάκη. Η δικτατορία των Συνταγματαρχών κατάργησε επίσημα τη βασιλεία την 1η Ιουνίου 1973 και οδήγησε τη χώρα στη τραγωδία της Κύπρου το 1974. Ουσιαστικά η 13η Δεκεμβρίου του 1967 είναι και ο επίλογος του θεσμού της βασιλείας στην Ελλάδα μετά από 104 χρόνια παρουσίας με μικρά διαλλείματα.
Το δημοψήφισμα και το τέλος της βασιλευομένης δημοκρατίας
Τον Δεκέμβριο του 1974 λίγους μόλις μήνες μετά την κατάρρευση της δικτατορίας διεξήχθη ένα από τα σημαντικότερα δημοψηφίσματα στην σύγχρονη ιστορία της χώρας και του πολιτεύματος. Μία από τις πρώτες κινήσεις της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήταν να επαναφέρει το Σύνταγμα του 1952 εκτός από τα άρθρα που αφορούσαν την μοναρχία. Στις 17 Νοεμβρίου η Νέα Δημοκρατία του Καραμανλή θα κερδίσει τις εκλογές με ποσοστό 54,3% και μία ημέρα μετά την ορκωμοσία της πρώτης μεταπολιτευτικής κυβέρνησης προκηρύχθηκε Δημοψήφισμα 45 ημέρες μετά.
Ο ελληνικός λαός κλήθηκε να αποφασίσει με ποιον τρόπο θα αναδεικνυόταν ο αρχηγός του κράτους και την επιστροφή ή όχι του Κωνσταντίνου στην χώρα.
Στον Κωνσταντίνο δεν επετράπη να έλθει στην Ελλάδα και υποστήριξε τις απόψεις του μέσω τηλεοπτικών μηνυμάτων.
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν συντριπτικά υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας. 69,1% ψήφισε την κατάργηση της βασιλείας και μόλις 30,8% υπέρ.
Στην ιστορία έχει μείνει η φράση του Κωνσταντίνου Καραμανλή αμέσως μετά τα οριστικά αποτελέσματα σύμφωνα με την οποία: «όλοι πρέπει να αναγνωρίσουν ότι ετερματίσθη οριστικώς η εκκρεμότης του Πολιτειακού».
Η δικαστική διαμάχη με το ελληνικό δημόσιο και τα 13,7 εκατομμύρια ευρώ
Από το 1994 ο Κωνσταντίνος ήταν σε διακαστική διαμάχη με το Ελληνικό Δημόσιο αξιώνοντας αποζημίωση για την κινητή και ακίνητη περιουσία του. Μετά από 8 χρόνια, το Νοέμβριο του 2002, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων επιδίκασε το ποσό των 13,7 εκατομμυρίων ευρώ, ως αποζημίωση στον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο Γλύξμπουργκ.
Τα χρήματα αυτά έπρεπε να πληρώσει το ελληνικό Δημόσιο όπως και έγινε.
Η δικαστική διαδικασία είχε ξεκινήσει το 1994 μετά τη συμφωνία του 1992 με την τότε κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Η συμφωνία του 1992 προέβλεπε εκχώρηση της περιουσίας του τέως βασιλιά σε ένα μη κερδοσκοπικό ίδρυμα με αντάλλαγμα την εξαγωγή μεγάλου αριθμού της κινητής περιουσίας στο εξωτερικό.
Το 1994 η συμφωνία ανακλήθηκε από την κυβέρνηση Παπανδρέου. Με νόμο μάλιστα η κυβέρνηση Παπανδρέου αφαίρεσε από τον Κωνσταντίνο τόσο την κυριότητα της περιουσίας του όσο και την ελληνική ιθαγένεια (σ.σ νόμος 2215/1994).
Η οικογένεια Γλύξμπουργκ προσέφυγε στα πολιτικά δικαστήρια και στο ΣτΕ.
Δικαιώθηκε από τον Άρειο Πάγο, αλλά το ΣτΕ απέρριψε την προσφυγή. Το 1997, το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο στο οποίο παραπέμφθηκε η υπόθεση, συμφώνησε τελικά με το ΣτΕ.
Το 1994, ο Κωνσταντίνος, μαζί με ακόμα οκτώ μέλη της βασιλικής οικογένειας, κατέθεσε προσφυγή εις βάρος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο Στρασβούργο ισχυριζόμενος ότι ο νόμος 2215/1994 παραβίαζε διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Η βασιλική οικογένεια υποστήριζε πως με την δήμευση της περιουσίας της χωρίς αποζημίωση, παραβιάστηκαν τα ιδιοκτησιακά τους δικαιώματα, ενώ κατήγγειλαν πως είχαν υποστεί εξευτελιστική μεταχείριση με την αφαίρεση της ελληνικής ιθαγένειας και την επιβολή του επωνύμου «Γλύξμπουργκ».
Στην προσφυγή του ο τέως βασιλιάς ζητούσε συνολικά 161 εκατομμύρια ευρώ με το ελληνικό δημόσιο να πληρώνει τελικώς το ποσό που επιδικάστηκε. Αξίζει να σημειωθεί πως το ποσό καλύφθηκε από τον κρατικό προϋπολογισμό μέσα από τα κονδύλια «φυσικών καταστροφών», ένας σαφής πολιτικός υπαινιγμός.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του
Την τελευταία τριετία ο Κωνσταντίνος ταλαιπωρήθηκε σημαντικά από προβλήματα υγείας ενώ στις σπάνιες δημόσιες εμφανίσεις του ήταν πάντοτε σε αναπηρικό καροτσάκι καθώς φαίνεται πως αντιμετώπιζε και σημαντικά κινητικά προβλήματα.
Είχε προσβληθεί από κορωνοϊό δύο φορές την τελευταία διετία η πιο πρόσφατη τον Ιανουάριο του 2022, ενώ τον Δεκέμβριο του 2021 είχε μεταφερθεί στο νοσοκομείο με πνευμονία.
Ο τέως βασιλιάς με τη σύζυγό του, είχαν μετακομίσει στο Κολωνάκι από το Πόρτο Χέλι πρόσφατα προκειμένου να παρακολουθείται από τους γιατρούς του και να βρίσκεται κοντά στο ιδιωτικό θεραπευτήριο, στο οποίο νοσηλεύεται και σήμερα.
Στο πλευρό του καθ’όλη την διάρκεια της νοσηλείας του βρέθηκαν τόσο τα παιδιά του όσο και οι δύο του αδελφές.