Στα δικαστήρια του Πειραιά εμφανίστηκε μαζί με τη δικηγόρο του, λίγο μετά τις 12 το μεσημέρι, ο 14χρονος Ρομά, που ήταν μαζί με τον 20χρονο στη θανάσιμη καταδίωξη στο Πέραμα, την ώρα που στο ίδιο κτίριο απολογούνταν οι επτά αστυνομικοί της ομάδας ΔΙΑΣ που συμμετείχαν στην αιματηρή επιχείρηση.
«Πρώτα μας πυροβόλησαν και μετά έκανα όπισθεν», δήλωσε αποκαλύπτοντας πως αυτός ήταν ο οδηγός του λευκό οχήματος, ενώ υποστήριξε πως δεν είχε παρουσιαστεί γιατί φοβόταν.
Στη συνέχεια ανέφερε τους λόγους που δεν σταμάτησαν στο σήμα των αστυνομικών για έλεγχο, αλλά και τη δική του εκδοχή για το τι συνέβη. «Εγώ οδηγούσα. Μόλις σταματήσαμε, βάλαμε τα χέρα ψηλά και μας πυροβόλησαν. Πυροβόλησαν τον φίλο μου. Στο Αιγάλεω δε σταματήσαμε γιατί φοβηθήκαμε, μη μας σκοτώσουν. Μόνο το αμάξι κλέψαμε».
Συνέχισε λέγοντας πως «σταματήσαμε με το λεωφορείο μούρη με μούρη και αυτοί άφησαν μετά κάτω τα μηχανάκια τους και μας πυροβολήσανε. Πρώτα πυροβόλησαν και μετά κάναμε πίσω. Εγώ οδηγούσα. Ο φίλος μου που σκοτώθηκε ήταν 18 χρονών και ήταν συνοδηγός».
Τόνισε ότι δεν είχαν όπλα πάνω τους και ότι διέφυγε όταν σταμάτησαν οι πυροβολισμοί. «Βγήκα από το αυτοκίνητο στο γέμισμα. Πυροβόλησαν αλλά έπεσαν στον τοίχο», ενώ διέψευσε πως εμβόλισε τους αστυνομικούς, λέγοντας πως όταν έκανε όπισθεν ήταν πεσμένες οι μηχανές και οι άνδρες της ομάδας ΔΙΑΣ είχαν ήδη πυροβολήσει. «Σταματήσαμε, αυτοί πυροβολήσανε», είπε και συμπλήρωσε πως όταν βγήκε από το αυτοκίνητο κρύφτηκε στη ρόδα και όταν τελείωσαν οι γεμιστήρες, άρχισε να τρέχει.