(Διαδικτυακή ομιλία του David Brewer ιστορικού-συγγραφέα που οργανώθηκε από τον Μανώλη Μάκαρη και τον Δήμο Καλαμάτας στο πλαίσιο του εορτασμού των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση. Μετάφραση Λεωνίδας Βέλλης)
Επίσης από το ελαιόλαδο έφτιαχναν σαπούνι και μπορείτε εάν αναζητήσετε στο google “Kalamata olive soap” να δείτε σχετική διαφήμιση, ένα όμορφο πόστερ που είχε δημιουργηθεί πριν 100 χρόνια και παρουσιάζει ένα κορίτσι με ένα πολύχρωμο φόρεμα να κάθεται σε πέτρινα σκαλοπάτια μπροστά από μια πέτρινη στήλη.
Τώρα ας περάσουμε στο ιστορικό κομμάτι. Ήδη από τον 17ο αιώνα η Καλαμάτα είχε εμπλακεί σε διεθνείς διαμάχες. Την πρώτη εξ αυτών αποτέλεσε η επίθεση της Βενετίας στην Νότια Πελοπόννησο στα 1680.
Η Βενετία μαζί με την Αυστρία και την Πολωνία είχαν απωθήσει τους Τούρκους κατά την διάρκεια της Πολιορκίας της Βιέννης το 1683. Μαζί συνήψαν έναν ιερό δεσμό που στόχο είχε να απωθήσει τους Τούρκους και τον Σουλτάνο και να διαλύσει τις βλέψεις του για την Ευρώπη μια για πάντα.
Η Βενετία είχε αναλάβει το έργο της κατάληψης της Ελλάδας. Το 1685 κατέλαβαν την Καλαμάτα και το επιβλητικό κάστρο της Κορώνης. Το 1686 κατέλαβαν επίσης το κάστρο της Μεθώνης και τους δίδυμους πύργους του παλιού και νέου Ναυαρίνου.
Επικεφαλής των Βενετών ήταν ο ικανότατος Φραντσέσκο Μοροζίνι. Ο οποίος λέγεται ότι παρότι είχε πάντα ένα παρουσιαστικό χαρούμενο και φιλικό, δρούσε με ισχυρή αυτοπεποίθηση και περηφάνια. Ο Μοροζίνι, που αργότερα έλαβε τον τίτλο του ‘’Δόγη της Βενετίας’’, υπήρξε άξιος διοικητής της Καλαμάτας.
Ωστόσο η κυριαρχία των Βενετών στην περιοχή δεν κράτησε για πολύ. Το 1715 ο Σουλτάνος κήρυξε τον πόλεμο στην Βενετία. Τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις κινήθηκαν νότια και ο τουρκικός στόλος έπλευσε νοτιοδυτικά μέσα στο Αιγαίο. Η μια μετά την άλλη, οι Βενετικές κτήσεις έπεφταν πάλι σε τουρκικά χέρια ώσπου το 1718 ήρθε η συνθηκολόγηση. Οι κτήσεις της Βενετίας εκτός Ιταλίας περιορίστηκαν τώρα στα Ιόνια νησιά και σε 4 μικρές πόλεις που βρίσκονταν στα απέναντι παράλια.
Περίπου 50 χρόνια αργότερα, γύρω στο 1770, η νότια Πελοπόννησος ενεπλάκη σε μια ακόμα διαμάχη, που αυτή την φορά ξεκίνησε από την Ρωσία. Η Μεγάλη Αικατερίνη υποστήριξε ένα σχέδιο που στόχο είχε την εξέγερση εναντίον των Τούρκων στα Βαλκάνια και συγκεκριμένα στην Ελλάδα.
Ήλπιζε, όπως ακριβώς και οι Βενετοί, ότι αυτό θα έδιωχνε τους Τούρκους από την Ευρώπη μια και καλή.
Για την επίτευξη αυτού του σκοπού, προετοιμάστηκαν στην θαλάσσια περιοχή της Βαλτικής, 3 ρωσικοί στόλοι, που θα μετέφεραν στρατεύματα στις Ελληνικές ακτές, μετά από ένα μεγάλο ταξίδι από την Δυτική Ευρώπη. Επικεφαλής της αποστολής ήταν οι αριστοκρατικής καταγωγής, αδερφοί Ορλώφ οι οποίοι υπηρετούσαν στο Ρωσικό Στρατό. Ο μεγαλύτερος εκ των δύο αδερφών, ο Αλέξης, είχε το γενικό πρόσταγμα. Αλλά ήταν ο μικρότερο αδερφός, Θεόδωρος, που μαζί με τον 1ο ρωσικό στόλο προσάραξε στις 28 Φεβρουαρίου 1770 στο λιμάνι του Οιτύλου, περίπου 40 μίλια από την Καλαμάτα.
Πριν ακόμα την άφιξη των Ρώσων, στην Καλαμάτα είχε ήδη συσταθεί μια στρατιωτική μονάδα από Έλληνες πολεμιστές.
Η μονάδα αυτή αποτελείτο από 200 Έλληνες και 12 Ρώσους και βρισκόταν υπό ρωσική διοίκηση. Η Καλαμάτα αποτέλεσε αργότερα στρατιωτικό κέντρο της περιοχής.
Οι ελληνορωσικές στρατιωτικές δυνάμεις είχαν κάποιες επιτυχίες στον Μυστρά και την Μονεμβασιά, όπως και βορειότερα όταν πολιόρκησαν τους Τούρκους στην Πάτρα και το Ναύπλιο. Αλλά εξαρχής οι Ρώσοι έκαναν αρκετά λάθη.
Οι Έλληνες όμως δεν επιθυμούσαν να διοικούνται από Ρώσους αξιωματικούς αλλά ούτε να δώσουν όρκο υποταγής στην Μεγάλη Αικατερίνη.
Ο Αλέξης Ορλώφ, γενικός επικεφαλής, έφτασε στην Ελλάδα
8 εβδομάδες μετά τον αδερφό του. Οι 2 εκ των 3ων ρωσικών στόλων έφτασαν στην Ελλάδα μετά την ολοκλήρωση των συγκρούσεων. Ο Θεόδωρος Ορλώφ δεν συμπαθούσε τους Έλληνες. Μάλιστα τους παρουσίασε στην Αικατερίνη ως απερίσκεπτους και δειλούς, που ενδιαφέρονται μόνο για το πλιάτσικο και χωρίς ίχνος χριστιανικής αρετής.
Ο ξεσηκωμός με επικεφαλής τους Ορλώφ δεν κράτησε πολύ. Οι Τούρκοι στρατολόγησαν Αλβανούς μισθοφόρους από τον Βορρά και ο Αλέξης Ορλώφ αποφάσισε να απομακρύνει τα στρατεύματα του από την Ελλάδα, αφήνοντας στο έλεος των εχθρών την μέχρι τότε βάση του, το Ναυαρίνο, όπως και χιλιάδες Έλληνες που βρίσκονταν εκεί. Οι Αλβανοί έφτασαν στην Καλαμάτα και ρήμαξαν την γύρω ύπαιθρο. Χρειάστηκαν 9 χρόνια πριν οι Τούρκοι τελικά απομακρύνουν τους πλιατσικολόγους Αλβανούς. Mια κάποια σταθερότητα επανήλθε στην Πελοπόννησο.
Τώρα πάμε μπροστά 50 χρόνια στους αγώνες της Επανάστασης.
Όταν η επανάσταση ξέσπασε στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 1821, η Καλαμάτα ήταν από τις πρώτες πόλεις που έλαβαν μέρος στον αγώνα. Αυτό έγινε στις 23 Μαρτίου 1821. Στρατιωτικές δυνάμεις είχαν συνταχθεί κατά την διάρκεια των τριών προηγούμενων ημερών με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη ως αρχηγό της πολιτοφυλακής και τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη επικεφαλής του στρατού.
Ο Κολοκοτρώνης , όντας άνθρωπος λακωνικός, άφησε να μιλήσουν τα συναισθήματα του καθώς περιέγραφε όσα είδε όταν έφτασε στην Καλαμάτα:
‘’ Καθώς προχωρούσαμε όλοι οι Έλληνες έδειξαν τεράστιο ενθουσιασμό. Κάποια στιγμή δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τα δάκρυα μου για τον ζήλο που αντίκριζα. Έτσι προχωρούσαμε, ακολουθούμενοι από πλήθη ανθρώπων. Όταν φτάσαμε στην γέφυρα της Καλαμάτας χαιρετηθήκαμε και προχώρησα μπροστά. ‘’
Η κατάληψη της Καλαμάτας σηματοδότησε 2 γεγονότα που θα έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στο μέλλον.
Ένα ήταν η συγκρότηση της Μεσσηνιακής Συγκλήτου , που ήταν η κυβέρνηση της νοτιο-δυτικής Πελοποννήσου με τον Πετρόμπεη επικεφαλής.
Το δεύτερο ήταν η στροφή προς τα έθνη της Ευρώπης για βοήθεια. H έκκληση για βοήθεια έγινε από τον Πετρόμπεη και τελείωνε ως εξής:
‘’ Η Ελλάδα, η μητέρα μας, ήταν ο λύχνος που φώτισε εσάς, και τώρα βασίζεται στην έμπρακτη φιλανθρωπία σας.’’
Τα δύο παραπάνω στοιχεία ήταν καθοριστικά καθ’ όλη την διάρκεια της Επανάστασης με πολλά βέβαια προβλήματα και εμπόδια.
Το θέμα της Κυβέρνησης είναι αρκετά περίπλοκο. Στο τέλος του 1821 αντιπρόσωποι του Ελληνικού λαού συναντήθηκαν στην Επίδαυρο με σκοπό να προκύψει Σύνταγμα και Κυβέρνηση. Οι διαφωνίες μεταξύ των τριών βασικών ομάδων, πολιτικοί, στρατιωτικοί και οι οπαδοί του εξευρωπαϊσμού, ήταν πασιφανείς.
Όμως επετεύχθη συμφωνία ως προς το πολίτευμα με το γνωστό σε όλους Σύνταγμα της Επιδαύρου. Το βουλευτικό είχε ρόλο νομοπαρασκευαστικό ενώ το Εκτελεστικό επέβαλε την εφαρμογή των νόμων. Επικεφαλής της κυβέρνησης ήταν ο εξέχων δυτικο-εξευρωπαιστής, Μαυροκορδάτος.
Ωστόσο η συμφωνία αυτή δεν κράτησε. Στην δεύτερη εθνοσυνέλευση του 1823 το βουλευτικό και το εκτελεστικό χωρίστηκαν σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα και αμέσως ξέσπασε ένοπλη συμπλοκή. Το βουλευτικό είχε το νόμιμο δικαίωμα να ελέγχει το εκτελεστικό συνεπώς τα μέλη του εκτελεστικού κηρύχθηκαν ουσιαστικά στασιαστές και επαναστάτες. Τελικά ηττήθηκαν και ο αρχηγός τους, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, φυλακίστηκε.
Όμως ο Κολοκοτρώνης ήταν προσωπικότητα ζωτικής σημασίας ως αρχηγός των Ελληνικών δυνάμεων. Όταν ο Αιγύπτιος Ιμπραήμ, όντας σύμμαχος των Τούρκων, εισέβαλε στην Πελοπόννησο το 1825, ο Κολοκοτρώνης αφέθηκε ελεύθερος. Διορίσθηκε αμέσως στρατηγός των ελληνικών δυνάμεων.
Η εισβολή του Ιμπραήμ ήταν σημείο καμπής στον έτερο άξονα του πολέμου – την βοήθεια από τις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις. Στις αρχές της Επανάστασης, φιλέλληνες από πολλά κράτη ήρθαν στην Ελλάδα για να πολεμήσουν στο πλευρό των επαναστατών. Στην Καλαμάτα το καλοκαίρι του 1821 οι ξένοι συντάχθηκαν σε τάγμα. Ένα χρόνο όμως αργότεροι το τάγμα των φιλελλήνων αποδεκατίστηκε στην μάχη του Πέτα.
Η Βρετανία έδωσε 2 μεγάλα δάνεια στην Ελλάδα, αλλά τα χρήματα σπαταλήθηκαν πετυχαίνοντας λίγα πράγματα.
Οι Ρώσοι, εκτός του Τσάρου, ήταν υπέρ της αρωγής για τους δοκιμαζόμενους Έλληνες, αλλά δεν ήταν διατεθειμένοι να πολεμήσουν για αυτούς. Η Γαλλία είχε βοηθήσει την σύμμαχο της Τουρκίας Αίγυπτο, να κατασκευάσει στόλο, επομένως καθίστατο αμφίβολος σύμμαχος της Ελλάδας.
Η κρίσιμη στιγμή έφτασε τον Οκτώβριο του 1825 όταν ο Βρετανός Υπουργός εξωτερικών, George Canning, ενημερώθηκε για το νέο σχέδιο του Ιμπραήμ . Το σχέδιο ήταν να μεταφερθεί όλος ο ελληνικός χριστιανικός πληθυσμός από την Πελοπόννησο στην Αίγυπτο και να αντικατασταθεί από μουσουλμάνους Αιγύπτιους. Ο Canning τρομοκρατημένος αποκάλεσε αυτό το σχέδιο, ένα σχέδιο βαρβαροποίησης και δήλωσε ‘’Κάτι πρέπει να γίνει’’.
Το σχέδιο βαρβαροποίησης φαντάζει τρελό. Ο Ιμπραήμ θα έπρεπε να μεταφέρει με πλοία, εν καιρώ πολέμου, χιλιάδες ανθρώπους έπο την βραχώδη και άγονη Ελλάδα στην γόνιμη γη της Αιγύπτου και το αντίστροφο. Καμία εκ των μετακινήσεων των δύο πληθυσμών δεν θα ήταν παραγωγική καθώς οι πληθυσμοί θα κατέληγαν ο καθένας σε άγνωστο περιβάλλον.
Το σημαντικό όμως είναι ότι ο Canning πίστεψε τις πληροφορίες για το σχέδιο του Ιμπραήμ και έπεισε και την Γαλλική και Ρωσική Κυβέρνηση. Το αποτέλεσμα ήταν ο σχηματισμός ενός συμμαχικού στόλου από βρετανικά, ρωσικά και γαλλικά πλοία, τα οποία επενέβησαν στο Ναυαρίνο στις 20 Οκτωβρίου του 1827. Δυστυχώς ο Canning, αρχιτέκτονας αυτής της επέμβασης, είχε πεθάνει μόλις 2 μήνες νωρίτερα.
Η Καλαμάτα υποστήριξε την Επανάσταση από την αρχή και εν τέλει πλήρωσε το τίμημα για αυτό.
Ο Αιγυπτιακός στρατός του Ιμπραήμ που είχε αποβιβαστεί στην νότια Πελοπόννησο το Φεβρουάριο του 1825, είχε λεηλατήσει την Καλαμάτα και άλλες πόλεις μέχρι το τέλος του 1827. Ο Ιμπραήμ τώρα ήταν αποφασισμένος για την καταστροφή της υπαίθρου και συγκεκριμένα της περιοχής της Καλαμάτας. Ένα βρετανικό πολεμικό πλοίο μετέφερε τα νέα καθώς σύννεφα καπνού σηκώνονταν από τους φλεγόμενους οπωρώνες.
Ο Κολοκοτρώνης έστειλε μια φλογερή και περιφρονητική απάντηση στον Ιμπραήμ : (Μεταφράζοντας κατά λέξη τον κ. Brewer)
‘’Δεν θα υποταχθούμε. Ακόμα και αν κόψεις και κάψεις όλα μας τα δέντρα, δεν μπορείς να σκάψεις και να πάρεις μαζί σου το χώμα που τα έθρεψε. Το ίδιο χώμα που θα παραμείνει δικό μας θα ξαναφυτρώσει με δέντρα. Ακόμα κι αν μείνει ένας Έλληνας ζωντανός, ακόμα θα συνεχίζουμε να πολεμάμε. Μην ελπίσεις ποτέ ότι η δική μας γη θα σου ανήκει. ‘’
Το πνεύμα που διαφαίνεται από αυτή την απάντηση ήταν και αυτό που αναζωπύρωσε την φλόγα των Ελλήνων και τους οδήγησε στις επιτυχίες τους κατά την διάρκεια του πολέμου και που διατήρησε ζωντανό τον αγώνα μέχρι την επέμβαση των ισχυρών συμμαχικών δυνάμεων στο Ναυαρίνο.
Η Καλαμάτα διαδραμάτισε ενεργό ρόλο και σε σύγχρονες διαμάχες. Το 1941 στρατιωτικές δυνάμεις από την Βρετανία, την Αυστραλία και την Νέα Ζηλανδία βοήθησαν τους Έλληνες στην αντίσταση ενάντια στην γερμανική εισβολή. Οι συμμαχικές δυνάμεις υποχωρούσαν όλο και νοτιότερα ώσπου τελικά αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα.
Από την Καλαμάτα 8.000 έφυγαν μέσα σε μια νύχτα με βρετανικά πλοία, ενώ 7.000 παρέμειναν. Δυστυχώς τα πλοία διάσωσης υποχώρησαν εξαιτίας μιας εκλαμβανόμενης απειλής από το ιταλικό ναυτικό. Την επόμενη μέρα οι Γερμανοί
κατέλαβαν την Καλαμάτα παίρνοντας τους περισσότερους από τους 7.000 ομήρους.
Από το 1941 έως το 1943 η Καλαμάτα θα βρισκόταν υπό τον ιταλικό ζυγό.
Αυτή ήταν η ιστορία των πολλών και διάφορων τρόπων με τους οποίους η Καλαμάτα έχει πρωταγωνιστήσει στο παρελθόν.
Όμως παρά τις τραγωδίες και την βία των περασμένων αιώνων, το πνεύμα της Ελλάδας, η γενναιοδωρία, η φιλοξενία και το δημιουργικό πνεύμα ακόμα ανθίζουν στην πόλη.